ἕποντ'

ἕποντ'
ἕποντα , ἕπομαι
pres part act neut nom/voc/acc pl
ἕποντα , ἕπομαι
pres part act masc acc sg
ἕποντι , ἕπομαι
pres part act masc/neut dat sg
ἕποντε , ἕπομαι
pres part act masc/neut nom/voc/acc dual
ἕπονται , ἕπομαι
pres ind mp 3rd pl
ἕποντο , ἕπομαι
imperf ind mp 3rd pl (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • πότε — Ν ΜΑ, και ιων. τ. κότε και δωρ. τ. πόκα και αιολ. τ. πότα Α Ι. (ως ερωτ. χρον. μόριο σε ευθείες και πλάγιες ερωτήσεις) 1. σε ποια χρονική στιγμή, κατά ποιο χρόνο ή σε ποια περίπτωση; (α. «πότε έρχεται το αεροπλάνο;» β. «πότε θα φύγει;» γ. «πότε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”